26 Ιανουαρίου 2012

Ἡ Δημοκρατικὴ Ἀριστερὰ ὡς πασοκικὴ “κολυμβρήθρα τοῦ Σιλωάμ”



Δὲν συμπαθῶ ὅσους αὐτοδιορίζονται ἐκπρόσωποι τῆς “νέας γενιᾶς” λόγῳ ἡλικίας, καὶ ἀρχίζουν τὶς προτάσεις μὲ τὸ “ἐμεῖς οἱ νέοι” ἢ “ἡ γενιά μου”. Ἀλλὰ θὰ κάνω μιὰν ἐξαίρεση.
Ἡ γενιά μου (οἱ γεννηθέντες κατὰ τὸ ’88 καὶ πέριξ) παραλαμβάνει μιὰν Ἑλλάδα δημιουργημένη ἐξ ὁλοκλήρου κατὰ τὴν “περίοδο τῆς Μεταπολίτευσης”. Δηλαδή, παραλαμβάνει μιὰν Ἑλλάδα δημιουργημένη ἀπὸ τὸ ΠΑ.ΣΟ.Κ. καί, δευτερευόντως, ἀπὸ τὰ κόμματα ποὺ τὸ μιμοῦντο ἢ τὸ ζήλευαν, ἐκ δεξιῶν καὶ ἐξ εὐωνύμων. Λυπᾶμαι (πραγματικά), μὰ σήμερα ἀντιμετωπίζουμε μιὰ πατρίδα ποὺ ἢ διώχνει ἢ τρώει τὰ παιδιά της- καὶ ἂν αὐτὸ κάποτε ἦταν “κλισέ”, σήμερα εἶναι σοβαρότερο ἀπὸ ποτέ.

Νὰ σημειώσω ὅτι ὁ Ἀνδρέας Παπανδρέου, ὁ θλιβερὸς υἱός του καὶ ἡ λοιπὴ κουστωδία δὲν μοῦ φταῖνε σχεδὸν σὲ τίποτα. Αὐτοὶ ἀπὸ μόνοι τους “δὲ μετρᾶνε”: κάποια ἐκατομμύρια συμπολιτῶν μου φρόντισαν νὰ τοὺς ἐνθρονίσουν στὴν δυνατότητα νὰ ἀσελγήσουν στὴν μητρίδα, ξανὰ καὶ ξανά. Γιὰ διαφορετικοὺς λόγους ὁ καθένας, μὰ μὲ ἀνεξάλειπτη τὴν εὐθύνη.
Ἐπιτρέψτε μου τὴν παράθεση ἑνὸς συμβάντος: ἐχθὲς συνάντησα ἕναν καλοπροαίρετο συνταξιοῦχο, ὁ ὁποῖος -προϊούσης τῆς συζητήσεως- μοῦ ἀπεκάλυψε πὼς ὑπῆρξε ΠΑΣΟΚ, διότι “πίστεψε στὶς ἀρχὲς τῆς 3ης τοῦ Σεπτέμβρη”. Ὑπέθεσα ὡς ἐκ τούτου -κατὰ λογικὴ συνέπεια- ὅτι ψήφισε ΠΑΣΟΚ τὸ ’77 καὶ τὸ ’81, μὰ οὐδέποτε ἔκτοτε. Λάθος. Ψήφιζε ΠΑΣΟΚ μέχρι καὶ τὸ μοιραῖο 2009. Προσπάθησα νὰ τοῦ ἐξηγήσω ὅτι γιὰ τὴ γενιά μου, ὁ ἴδιος εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς κυρίως ὑπευθύνους γιὰ τὴν κατάστασή μας. Δὲν φάνηκε νὰ μὲ καταλαβαίνει. “Ὅμως τώρα θὰ τοὺς τιμωρήσω. Θὰ ψηφίσω Κουβέλη, Δημοκρατικὴ Ἀριστερά”! Μετά, ὁ συμπαθὴς γέρων καὶ κατὰ ἐκπληκτικὴ συρροὴ ψηφοφόρος τοῦ ΠΑΣΟΚ προέβη σὲ ἀκριβῶς σαραντάλεπτη ἀνάλυση τοῦ μὲ ποιόν τρόπο καὶ ποιές πολιτικὲς μπορεῖ νὰ ἀναστηθεῖ ξανὰ ἡ Ἑλλάδα. Θεωρώντας πλέον ἀνώφελη ὁποιαδήποτε ἀντίσταση, κουνοῦσα τὸ κεφάλη μου καταφατικὰ μέχρι τὴ λήξη τοῦ μαρτυρίου. Βλέπετε, ἡ παραλυτική ἔκπληξη γιὰ τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς δὲν ντράπηκε νὰ ὁμολογήσει μπροστὰ σὲ ἕναν νέο τὴν δική του εὐθύνη γιὰ τὸ χαντάκωμα τῆς χώρας ὡς καύχημα, ἐξεπετάθη ἐπίπονα ἀπὸ τὸ θράσος τῶν ἐκτενῶν πολιτικῶν συμβουλῶν ἀπὸ τὸν συγχαντακωτὴ τῆς χώρας, πάλι χωρὶς αἰδώ. “Χαλαρά”, σὰν νὰ μὴν τρέχει τίποτα.
Παράλληλα, διαβάζουμε στὸ διαδίκτυο τὰ καλέσματα καὶ τὰ σαλπίσματα ἰσόβιων πασοκικῶν στελεχῶν γιὰ στήριξη τῆς ΔΗΜΑΡ, ἀφοῦ ”ὅλο καὶ πιὸ ἔντονα τὸν τελευταῖο καιρὸ φαίνεται νὰ ἀναδεικνύεται σὲ πόλο συσπείρωσης τῶν μεταρρυθμιστικῶν δυνάμεων τῆς Ἀριστερᾶς καὶ τῆς κεντροαριστερᾶς ἡ Δημοκρατικὴ Ἀριστερὰ (ΔΗΜΑΡ)”. Ἄλλωστε, ”στὴν μελλοντικὴ συγκρότηση μιᾶς μεταρρυθμιστικῆς κεντροαριστερᾶς, δυνάμεις ἀπὸ τὸ σημερινὸ ΠΑΣΟΚ θὰ παίξουν βασικὸ ρόλο”.
Ὅπως μαθαίνουμε, ἡ δημοσιευμένη στὰ ΕΠΙΚΑΙΡΑ τῆς 26ης Ἰανουαρίου δημοσκόπηση τῆς VPRC δίνει 12% στὸ πέμπτο κόμμα, τὸ ΠΑΣΟΚ, καὶ 13% στὸ δεύτερο κόμμα, στὴν ἀξιωματικὴ ἀντιπολίτευση, τὴν ΔΗΜΑΡ. Σύμφωνα μὲ τὶς παραπάνω ἱστορίες ποὺ ἀνέφερα, χονδρικὰ θὰ λέγαμε πὼς τὸ σύνολο τῶν ἐν ἐνεργείᾳ καὶ ἐν μετακομίσει πασοκικῶν συγχαντακωτῶν, προεκλογικῶν καὶ μετεκλογικῶν, φθάνει τὸ 25%, δηλαδὴ λίγο παραπάνω ἀπὸ τὸ ποσοστὸ τοῦ ἐκτιμώμενου πασοκικοῦ “στρατοῦ” μὲ μεθοδευμένα νεκρωμένες τὶς δυνατότητες μεταμέλειας. Δηλαδή, συμβαίνει μιὰ μαζικὴ μετανάστευση ψηφοφόρων ἀλλὰ καὶ στελεχῶν τοῦ ΠΑΣΟΚ στὴν ΔΗΜΑΡ, δημιουργώντας φυσικὰ ἕνα μετα-ΠΑΣΟΚ τὸ ὁποῖο μετεκλογικὰ θὰ δράσει ἀκριβῶς ἔτσι, ὡς μετα-ΠΑΣΟΚ, ἁπλῶς χωρὶς τὸ κληρονομικὸ χάρισμα τοῦ Γιώργου (ἀλλὰ μὲ τὴν Μαρία Ρεπούση τοῦ διαβόητου βιβλίου ἱστορίας ὡς Ὑπεύθυνη Παιδείας). Ὁπότε μετεκλογικὰ ἢ θὰ… ὁλοκληρωθεῖ ἡ μετανάστευση (download complete), ἢ θὰ “ἑνωθοῦν τὰ πρὶν διεστῶτα” μὲ τὸ μαγικὸ ραβδὶ τῆς ἐξουσίας (ποὺ ἔχει καὶ ἄλλη λειτουργία, αὐτὴν τῆς Κίρκης). Ὅλα αὐτὰ βέβαια δὲν καλοῦν σὲ μιὰ λήξη τῆς Μεταπολίτευσης, ἀλλὰ στὸ αἴτημα γιὰ μιὰ ἀκόμα γύρα μὲ τὸ ἀλογάκι. Εἶναι ἕνα ἐκπληκτικὸ φαινόμενο: ἀκόμα καὶ τώρα στὰ πρόθυρα τῆς κατάρρευσης τῶν πάντων, τὸ “ὅλον ΠΑΣΟΚ” -στελέχη καὶ ἁπλοὶ μὰ διαχρονικοὶ ὑποστηρικτὲς-, ἐνδιαφέρεται μόνο γιὰ τὸ ποιά μετάλλαξή του θὰ διασφαλίσει ἀνέφελη τὴν παραμονὴ στὸν βωμὸ τῆς ἐξουσίας. Σὲ συζητήσεις ἀποκαλύπτεται ἡ ἀνίκητη δύναμη τῆς ἐξάρτησης, τῆς ἕξης, ἀφοῦ πολλοὶ ἀδυνατοῦν νὰ παραδεχθοῦν τὸν ρόλο τους ἀκόμα καὶ ἀπέναντι στὸν ἑαυτό τους. Ἐπικαλοῦνται τὴν προοδευτικότητα, τὴ “δημοκρατικὴ παράταξη”, ἐνίοτε τὸν ἐκσυγχρονισμό, κάποιοι γηραιότεροι τὸν σοσιαλισμό. “Βέβαια, συνήθως ὅποιος ὑπηρετεῖ μιὰ πίστη ποὺ δὲν τὴν πιστεύει, δὲν τολμάει νὰ ὁμολογήσει οὔτε στὸν ἑαυτό του τὴν καπήλευση. Ἐθίζεται στὰ προσωπεία τῆς πίστης ποὺ ἐπαγγελματικὰ τοῦ ἐπιβάλλονται, παρασύρεται ἀπὸ τὶς ψυχολογικὲς ψευδαισθήσεις τῆς πίστης ποὺ συχνὰ καὶ σὲ πολλοὺς ὑποκαθιστοῦν τὴν πίστη” (Χρ. Γιανναρᾶς, 26/8/2001).
Νομίζω ὅμως (μὲ κάθε ἐπιφύλαξη) πὼς τὴ γενιά μου δὲν τὴν συγκινοῦν οὔτε οἱ προφάσεις οὔτε τὰ προσχήματα συγκάλυψης τῆς συνεχιζόμενης καταστροφικῆς συστράτευσης, εἴτε στὸ πρωτότυπο αὐτουργὸ κόμμα εἴτε στὶς μεταμορφώσεις του. “Ἄφες τοὺς νεκροὺς θάψαι τοὺς ἑαυτῶν νεκρούς”. Ὁ λόγος τῆς ἀσυγκινησίας τῶν νεωτέρων δὲν εἶναι βέβαια κάποια ξαφνικὴ μετέωρη πολιτικὴ ἀφύπνιση, ἀλλὰ τὸ βασανιστικὰ ἁπτὸ τῆς συντελεσμένης καταστροφῆς. Κάποτε ἦταν σύνθημα, σήμερα εἶναι ἁπλῶς νηφάλια διαπίστωση: “Ἀφήσατε καμμένη γῆ”. Καὶ ἡ μετωνυμικὴ λειτουργία νεοφανῶν κομμάτων δὲν μοιάζει νὰ ξεπλένει τὴν ντροπή, τὸ στῖγμα.
Ἡ δεύτερη καὶ τρίτη ἡλικία τῶν “νικητῶν τῆς μεταπολίτευσης” ἂς ἀφήσει τὴν προσπάθεια εὕρεσης φορέα πληρέστερης ἔκφρασης τῆς πολιτικῆς της αὐταρέσκειας καί, ἂν τὸ τολμᾶ, ἂς μᾶς κοιτάξει στὰ μάτια. Ἂν πάλι δὲν τὸ τολμᾶ, ἂς ἔχει τοὐλάχιστον τὴν αἰδημοσύνη νὰ σιωπήσει ἐμπράκτως- καὶ ὄχι τὸ ἀπίστευτο θράσος νὰ μᾶς παραδίδει νέα μαθήματα πολιτικῆς, πῶς θὰ ξαναφτιάξουμε οἱ Ἕλληνες τὴ χώρα. Ἐπιτέλους, ἀκόμα καὶ ὁ χαμαιλέοντας, ὅταν πεθάνει, σταματάει νὰ ἀλλάζει χρώματα.
Σωτήρης Μητραλέξης
*διευκρίνηση: οἱ ἐνδεχομένως διαφορετικὲς προθέσεις τῶν ἱδρυτῶν τῆς ΔΗΜΑΡ (“τεκμήριο τῆς ἀθωότητας”) ἀποκτοῦν σχετικὴ μόνο καὶ ἐλάχιστη σημασία, σὲ ἕνα πλαίσιο ὅπου καὶ τὰ αὐριανὰ στελέχη καὶ ἡ “βάση” τοῦ κόμματος θὰ ἀποτελοῦνται κατὰ μεγάλο μέρος ἀπὸ πασοκικοὺς ἐσωτερικοὺς πολιτικοὺς μετανάστες (καὶ μὲ τέτοια ποσοστά, κάτι τέτοιο εἶναι ἁπλῶς λογικὰ ἑπόμενο). Ὡς ἐκ τούτου, οἱ ἐν λόγῳ ἐνδεχόμενες διαφορετικὲς προθέσεις δὲν εἶναι ἐπικλήσιμες.
This entry was posted in Πρώτη Σελίδα. Bookmark the permalink.