Οκτώ χρόνια μετά τη θριαμβευτική νίκη της 7ης Μαρτίου του 2004, που σηματοδότησε την αυτοδύναμη επιστροφή της Νέας Δημοκρατίας στην εξουσία, με πρωθυπουργό τον Κώστα Καραμανλή, η ιστορική παράταξη της Κεντροδεξιάς, βρίσκεται και πάλι μπροστά σε μια δύσκολη εθνική αποστολή.
Διαδεχόμενη το ΠΑΣΟΚ και όσα αυτό αφήνει στη χώρα, ως ανοιχτές πληγές και υπονόμευση του μέλλοντος του τόπου, καθώς και των κυβερνήσεων που θα το διαδεχθούν στην εξουσία, η Νέα Δημοκρατία του Αντώνη Σαμαρά διεκδικεί και πάλι την αυτοδυναμία. Τις καθαρές λύσεις. Την παράκαμψη των… μεσαζόντων, ώστε να έχει την ευκαιρία να κυβερνήσει με γωνίες, όπως χρειάζεται στην πολιτική. Να μην χάνει χρόνο με ισορροπίες και συμβιβασμούς, τη στιγμή που η Ελλάδα δεν έχει άλλο καιρό για χάσιμο.
Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι παρά την αυτονόητη φθορά που υπέστη, λόγω της υπερψήφισης του Μνημονίου ΙΙ, προκειμένου να μην καταρρεύσει η χώρα, η Νέα Δημοκρατία παραμένει το μόνο κόμμα το οποίο δίνει προοπτική εξουσίας στους ψηφοφόρους του. Με κεντρικό πολιτικό επιχείρημα, την επιδίωξη να αλλάξουν τα κακώς κείμενα, οι στρεβλωτικοί, αντιαναπτυξιακοί και αντιλαϊκοί όροι της νέας δανειακής σύμβασης.
Απέναντι σε αυτή την πραγματικότητα, υπάρχει το ΠΑΣΟΚ, που θεωρεί ότι μέσω μιας μετεκλογικής συγκυβέρνησης, θα συνέχιζε να συμμετέχει στη νομή της εξουσίας. Παραβλέποντας το γεγονός ότι μετά τις εκλογές, η Νέα Δημοκρατία θα είναι το μοναδικό εναπομείναν κόμμα εξουσίας, με αντίστοιχα υψηλά ποσοστά. Οι προβλέψεις για το ΠΑΣΟΚ δείχνουν ότι το άλλο κραταιό Κίνημα το οποίο ίδρυσε ο Ανδρέας Παπανδρέου, θα αγγίξει τα ιστορικά χαμηλά του. Δεν θα θυμίζει κόμμα, πόσο μάλλον εξουσίας, αλλά… συμπλήρωμα. Και η εξουσία δεν έχει ανάγκη από συμπληρώματα.