Σύγχυση επικρατεί στους ιδιοκτήτες ακινήτων σχετικά με τους
πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας, καθώς -σύμφωνα με τον αναθεωρημένο κώδικα
δεοντολογίας των τραπεζών- υπό ορισμένες προϋποθέσεις, το σπίτι δανειοληπτών θα
«βγαίνει στο σφυρί»....
Την Κυριακή, η πρόεδρος της Εθνικής Τράπεζας Λούκα Κατσέλη διευκρίνισε ότι «κανένας συνεργάσιμος δανειολήπτης που έχει αντικειμενική αδυναμία αποπληρωμής των δανείων του, δεν έχει να φοβάται τον πλειστηριασμό της κατοικίας του».
Επιπλέον, τη Δευτέρα η κυβερνητική εκπρόσωπος Όλγα Γεροβασίλη τόνισε ότι «η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί για την προστασία της πρώτης κατοικίας, ζήτημα που σχετίζεται με την ανεκεφαλαιοποίηση των τραπεζών».
«Στόχος είναι η πρώτη κατοικία των ανθρώπων χαμηλότερων και μεσαίων στρωμάτων να μην αγγιχτεί. Με κυβέρνηση της Αριστεράς δεν θα δούμε τέτοιου τύπου πλειστηριασμούς για την πρώτη κατοικία. Αυτό είναι δέσμευση της κυβέρνησης», πρόσθεσε.
Πράσινο φως για πλειστηριασμούς
Ωστόσο, σύμφωνα με τον Κώδικα Δεοντολογίας των τραπεζών που δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως την Παρασκευή και βρίσκεται σε ισχύ, εάν ο δανειολήπτης χαρακτηριστεί από την τράπεζα ως μη συνεργάσιμος και άρα οι οφειλές του δεν υπαχθούν σε καθεστώς ρύθμισης, τότε η «λύση» που θα εφαρμόζεται θα είναι αυτή του πλειστηριασμού.
Και αυτό επειδή, όπως προβλέπεται, αν υπάρξει καθυστέρηση 30 ημερών της δόσης του δανείου τότε ο δανειολήπτης λαμβάνει μια πρώτη επιστολή για να ρυθμίσει την οφειλή του εντός 15 ημερών.
Aν δεν συμβεί αυτό, τότε λαμβάνει δεύτερη προειδοποιητική επιστολή και σε περίπτωση που δεν προσέλθει στην τράπεζα για ρύθμιση τότε χάνει το χαρακτηρισμό «συνεργάσιμος» και κινδυνεύει να χάσει τη μοναδική του κατοικία σε πλειστηριασμό.
Η αναθεώρηση του Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών αποτελεί μία από τις προαπαιτούμενες ενέργειες ενόψει της πρώτης αξιολόγησης του τρίτου μνημονίου και αποσκοπεί στην διαχείριση των «κόκκινων» δανείων.
Πάντως, η αξία της ακίνητης περιουσίας που συνδέεται με μη εξυπηρετούμενα δάνεια ιδιωτών και επιχειρήσεων υπολογίζεται στο ποσό των 103 δισεκατομμυρίων ευρώ. Από το ποσό αυτό, σύμφωνα με την ίδια μελέτη, περίπου 33 δισ. ευρώ αντιστοιχούν σε ακίνητα που έχουν υποθηκευτεί έναντι «κόκκινων» δανείων.
Τι προβλέπει ο νέος Κώδικας Δεοντολογίας
Ειδικότερα, στην τροποποίηση του Κώδικα Δεοντολογίας προβλέπεται ότι η πρώτη υποχρεωτική ειδοποίηση της τράπεζας προς τον οφειλέτη «μπορεί να αποσταλεί μέχρι την 30ή Δεκεμβρίου 2015 για τις περιπτώσεις δανείων που συμπληρώνουν οποτεδήποτε μέχρι και την 15η Δεκεμβρίου 2015 καθυστέρηση μεγαλύτερη των 30 ημερολογιακών ημερών».
Σημειώνεται ότι βάσει της προηγούμενης τροποποίησης του Κώδικα Δεοντολογίας που είχε γίνει τον Μάρτιο του 2015, οριζόταν ότι η πρώτη υποχρεωτική ειδοποίηση της τράπεζας προς τον ληξιπρόθεσμο οφειλέτη μπορεί να αποσταλεί μέχρι την 30ή Ιουνίου 2015 για όλες τις περιπτώσεις δανείων που συμπληρώνουν οποτεδήποτε πριν την ημερομηνία αυτή καθυστέρηση μεγαλύτερη των 45 ημερών.
Επομένως, με την νέα απόφαση-τροποποίηση παρέχεται παράταση ενός εξαμήνου σε υπερήμερους οφειλέτες, ώστε να ενταχθούν στις διαδικασίες και να συνεργαστούν με την τράπεζά τους για τη ρύθμιση τους δανείου τους. Βέβαια μειώνονται και οι ημέρες καθυστέρησης για να λάβει από την τράπεζα το πρώτο «μπιλιετάκι», από τις 45 στις 30 ημέρες.
Προθεσμία 15 ημερών να αποδείξει ότι είναι συνεργάσιμος
Όπως αναφέρεται στον αναθεωρημένο Κώδικα Δεοντολογίας, η εν λόγω ειδοποίηση (της τράπεζας προς τον δανειολήπτη) παρέχει προθεσμία 15 εργασίμων ημερών στον δανειολήπτη να ενταχθεί στο δεύτερο στάδιο της Διαδικασίας Επίλυσης Καθυστερήσεων υποβάλλοντας στο ίδρυμα:
(αα) εφόσον είναι φυσικό πρόσωπο, την «Τυποποιημένη Κατάσταση Οικονομικής Πληροφόρησης», συμπληρωμένη, σύμφωνα και με τα προβλεπόμενα στην από 5.12.2014 διευκρινιστική εγκύκλιο της Τράπεζας της Ελλάδος, (ββ) εφόσον πρόκειται για νομικό πρόσωπο, τα στοιχεία τα οποία ζητούνται από το ίδρυμα για την αξιολόγηση της βιωσιμότητας νομικού προσώπου, σύμφωνα με τη μεθοδολογία που το ίδρυμα ακολουθεί για την αξιολόγηση αυτή.
Σε περίπτωση μη ανταπόκρισης αποστέλλεται εντός 15 ημερολογιακών ημερών από τη λήξη της ταχθείσας προθεσμίας η προειδοποιητική επιστολή της τράπεζας στις περιπτώσεις δανειοληπτών, εφόσον ο αποχαρακτηρισμός αυτών ως συνεργάσιμων μπορεί να έχει συνέπεια το εκπλειστηρίασμα της μοναδικής κατοικίας τους με νομικές διαδικασίες που προτίθεται να κινήσει το ίδρυμα.
2. Για τα δάνεια που περιέρχονται σε καθυστέρηση μεγαλύτερη των 30 ημερολογιακών ημερών μετά την 15η Δεκεμβρίου 2015, η πρώτη υποχρεωτική ειδοποίηση αποστέλλεται από το ίδρυμα εντός 15 ημερολογιακών ημερών από το χρόνο συμπλήρωσης της καθυστέρησης των 30 ημερολογιακών ημερών.
3. Για την ιεράρχηση του επείγοντος της αποστολής ειδοποιήσεων, τα ιδρύματα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της Πράξης Εκτελεστικής Επιτροπής 42/30.5.2014, όπως ισχύει, θα λαμβάνουν υπόψη την κατηγοριοποίηση των δανείων που έχουν πραγματοποιήσει με βάση ιδίως τις παραμέτρους κινδύνου, δυνάμει των διατάξεων της προαναφερόμενης Πράξης, όπως εκάστοτε ισχύουν, λαμβάνοντας επίσης υπόψη την προοπτική υλοποίησης και των σχετικών δράσεων που προβλέπονται στο Ν. 4336/2015.
4. Η μεθοδολογία της κατά τα ως άνω ιεράρχησης γνωστοποιείται στη Διεύθυνση Εποπτείας Πιστωτικού Συστήματος της Τράπεζας της Ελλάδος εντός 15 ημερών από τη δημοσίευση της παρούσας στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης.
5. Διευκρινίζεται ότι η Διαδικασία Επίλυσης Καθυστερήσεων του Κώδικα Δεοντολογίας της απόφασης ΕΠΑΘ 116/1/25.8.2014:
α) μπορεί να ενεργοποιείται και με πρωτοβουλία του δανειολήπτη αν ο ίδιος προσέλθει και ζητήσει εγγράφως να ενταχθεί στο στάδιο 2 αυτής, είτε κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου είτε μετά το πέρας αυτής.
β) δεν αφορά δανειολήπτες που είναι νομικά πρόσωπα σε καθεστώς εκκαθάρισης, με βάση την ισχύουσα νομοθεσία.
Διευκρινίσεις από την Τράπεζα της Ελλάδας
Από την πλευρά τους, το απόγευμα της Δευτέρας, κύκλοι της Τράπεζας της Ελλάδας προέβησαν σε διευκρινίσεις για τον Κώδικα Δεοντολογίας των τραπεζών και τι ισχύει τελικά με τα «κόκκινα» στεγαστικά δάνεια.
Όπως τονίζεται, οι τράπεζες πρέπει να κάνουν κατηγοριοποίηση των δανείων τους και στη συνέχεια να στέλνουν ειδοποιητήρια. Επίσης επισημαίνεται ότι μόλις ο Κώδικας τεθεί σε πλήρη λειτουργία, οι ειδοποιήσεις θα στέλνονται 30 ημέρες μετά την πρώτη καθυστέρηση.
Η προθεσμία ορίστηκε εξ αρχής σε 30 ημέρες κι όχι περισσότερες, προς χάριν τόσο του δανειολήπτη όσο και της τράπεζας, ώστε εγκαίρως και οι δυο πλευρές να επιδιώξουν συμφωνία πριν η οφειλή επιβαρυνθεί περισσότερο με τόκους υπερημερίας, οπότε και η διευθέτηση θα καθίστατο επαχθέστερη για τον δανειολήπτη και δυνητικά πιο ζημιογόνα για την τράπεζα.
Η προθεσμία που έχει ο δανειολήπτης για να ανταποκριθεί παρέμεινε επίσης σταθερή στις 15 ημέρες, όπως προβλέπει ο ορισμός του «συνεργάσιμου δανειολήπτη», που έχει από πέρυσι καθορίσει το Κυβερνητικό Συμβούλιο Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, σύμφωνα με το Ν. 4224/2013.
Σε καμία περίπτωση η προθεσμία - διατήρηση στην πραγματικότητα - των 30 ημερών δεν συνεπάγεται επίσπευση αναγκαστικών μέτρων, καθώς ούτως ή άλλως το χρονικό διάστημα που θα απαιτείται για την ολοκλήρωση όλων των σταδίων του Κώδικα είναι περίπου 9 μήνες.
Ιστορικό:
Ο Κώδικας Δεοντολογίας [Ν. 4224/2013 (ΦΕΚ Α΄288) όπως έχει τροποποιηθεί με το άρθρο 12 του N. 4281/2014 (ΦΕΚ Α΄160)] παρέμενε στην ουσία ανενεργός από την 1.1.2015, επειδή μεσολάβησαν οι εκλογές του Ιανουαρίου, το δημοψήφισμα, τα capital controls και οι εκλογές του Σεπτεμβρίου.
Με βάση το Ν. 4336/2015 (3ο Μνημόνιο), που ψηφίστηκε τον Αύγουστο του 2015, η ΤτΕ ήταν υποχρεωμένη να εκδώσει όλες τις αναγκαίες διατάξεις για την εφαρμογή του Κώδικα Δεοντολογίας ως τις 30 Αυγούστου 2015. («….Έως τα τέλη Αυγούστου 2015, η Τράπεζα της Ελλάδος θα εκδώσει όλες τις αναγκαίες διατάξεις για την εφαρμογή του Κώδικα Δεοντολογίας, κατόπιν βελτιώσεων σε συμφωνία με τους θεσμούς.»)
Οι θεσμοί ρωτούσαν τι γίνεται με τον Κώδικα και γιατί καθυστερεί η τροποποίηση.
Στις 5.10. 2015 συνεδρίασε η Επιτροπή Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων (ΕΠΑΘ) της ΤτΕ, η οποία προχώρησε στην τροποποίηση του Κώδικα Δεοντολογίας, δίνοντάς του στην ουσία παράταση για την αποστολή της πρώτης ειδοποίησης ως τις 30 Δεκεμβρίου.
Τι νέο φέρνει η τροποποίηση:
Η παράταση αυτή συμπορεύεται ουσιαστικά με την παράταση της προστασίας της κύριας κατοικίας.
Το καινούργιο στοιχείο που εισάγει η τροποποίηση, πέραν της παράτασης, είναι η υποχρέωση των τραπεζών να προχωρήσουν σε ιεράρχηση των δανείων τους και, εντός 15 ημερών από τη δημοσίευση του ΦΕΚ, να στείλουν τα κριτήρια ιεράρχησης στην ΤτΕ.
Η τροποποίηση επιδιώκει την κλιμάκωση εφαρμογής του Κώδικα ανάλογα με την πρόοδο υλοποίησης της (επίσης) μνημονιακής δέσμευσης για κατάλληλη κατηγοριοποίηση των δανείων σε καθυστέρηση.
Συνεπώς:
Με την παρούσα τροποποίηση δεν μεταβάλλονται οι διαδικασίες του Κώδικα ούτε μειώνονται προθεσμίες.
Είναι εντελώς ανακριβή τα δημοσιεύματα που αναφέρουν ότι η τροποποίηση προβλέπει αυστηρότερες διαδικασίες στις ρυθμίσεις καθυστερούμενων δανείων, φυσικών προσώπων και επιχειρήσεων και ότι μειώνει ουσιαστικά κατά ένα τρίτο τον χρόνο «προειδοποίησης» της τράπεζας προς τον ασυνεπή πελάτη της.
Αντιθέτως, παρέχεται νέα παράταση στις τράπεζες να ιεραρχήσουν τις κατηγορίες δανειοληπτών, ώστε να κλιμακώσουν αναλόγως τις ειδοποιήσεις προς αυτούς. Αλλιώς όσοι δεν είχαν λάβει θα ειδοποιούντο πάραυτα.
Με δεδομένη την εικόνα του χαρτοφυλακίου των τραπεζών και το ότι η υποχρέωση ειδοποίησης αφορά οριζόντια όλους τους δανειολήπτες, είτε είναι φυσικά πρόσωπα είτε επιχειρήσεις με οφειλές σε καθυστέρηση (ανεξαρτήτως του βάθους της χρονικής περιόδου που η καθυστέρηση για πρώτη φορά εμφανίστηκε), είναι αυτονόητο ότι ήταν αναγκαίο να υπάρξει προτεραιοποίηση των ειδοποιήσεων.
Μόλις ο Κώδικας τεθεί σε πλήρη λειτουργία, οι ειδοποιήσεις θα στέλνονται 30 ημέρες μετά την πρώτη καθυστέρηση. Η προθεσμία ορίστηκε εξ αρχής σε 30 ημέρες κι όχι περισσότερες, προς χάριν τόσο του δανειολήπτη όσο και της τράπεζας, ώστε εγκαίρως και οι δυο πλευρές να επιδιώξουν συμφωνία πριν η οφειλή επιβαρυνθεί περισσότερο με τόκους υπερημερίας, οπότε και η διευθέτηση θα καθίστατο επαχθέστερη για τον δανειολήπτη και δυνητικά πιο ζημιογόνα για την τράπεζα. Η προθεσμία που έχει ο δανειολήπτης για να ανταποκριθεί παρέμεινε επίσης σταθερή στις 15 ημέρες, όπως προβλέπει ο ορισμός του «συνεργάσιμου δανειολήπτη», που έχει από πέρυσι καθορίσει το Κυβερνητικό Συμβούλιο Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, σύμφωνα με το Ν. 4224/2013.
Σε καμία περίπτωση η προθεσμία - διατήρηση στην πραγματικότητα - των 30 ημερών δεν συνεπάγεται επίσπευση αναγκαστικών μέτρων, καθώς ούτως ή άλλως το χρονικό διάστημα που θα απαιτείται για την ολοκλήρωση όλων των σταδίων του Κώδικα είναι περίπου 9 μήνες.
Το ίδιο το Μνημόνιο προβλέπει επαναξιολόγηση της εφαρμογής του Κώδικα μέχρι το Μάρτιο του 2016, οπότε και θα υπάρξει νέα τροποποίηση, αφού προηγηθεί, όπως και την πρώτη φορά, διαβούλευση τόσο με τις τράπεζες όσο και με τις οργανώσεις των καταναλωτών.
Τι ακριβώς προβλέπει η τροποποίηση του Κώδικα με βάση την απόφαση της ΕΠΑΘ:
H τροποποίηση προβλέπει ότι η πρώτη υποχρεωτική ειδοποίηση προς τους δανειολήπτες μπορεί να αποσταλεί μέχρι την 30η Δεκεμβρίου 2015 για τις περιπτώσεις δανείων που συμπληρώνουν (οποτεδήποτε μέχρι και την 15η Δεκεμβρίου 2015) καθυστέρηση μεγαλύτερη των 30 ημερολογιακών ημερών. Η εν λόγω ειδοποίηση παρέχει προθεσμία 15 εργασίμων ημερών στον δανειολήπτη να ενταχθεί στο δεύτερο στάδιο της διαδικασίας επίλυσης καθυστερήσεων.
Σε περίπτωση μη ανταπόκρισης αποστέλλεται εντός 15 ημερολογιακών ημερών από τη λήξη της ταχθείσας προθεσμίας προειδοποιητική επιστολή στις περιπτώσεις δανειοληπτών, εφόσον ο αποχαρακτηρισμός αυτών ως συνεργάσιμων μπορεί να έχει συνέπεια τον εκπλειστηρίασμα της μοναδικής κατοικίας τους με νομικές διαδικασίες που προτίθεται να κινήσει το πιστωτικό ίδρυμα.
Για τα δάνεια που περιέρχονται σε καθυστέρηση μεγαλύτερη των 30 ημερολογιακών ημερών μετά την 15η Δεκεμβρίου 2015, η πρώτη υποχρεωτική ειδοποίηση αποστέλλεται από το ίδρυμα εντός 15 ημερολογιακών ημερών από το χρόνο συμπλήρωσης της καθυστέρησης των 30 ημερολογιακών ημερών.
Για την ιεράρχηση του επείγοντος της αποστολής ειδοποιήσεων, τα πιστωτικά ιδρύματα θα λαμβάνουν υπόψη την κατηγοριοποίηση των δανείων που έχουν πραγματοποιήσει. Η μεθοδολογία της ιεράρχησης πρέπει να γνωστοποιηθεί στη Διεύθυνση Εποπτείας Πιστωτικού Συστήματος της ΤτΕ εντός 15 ημερών από τη δημοσίευση της τροποποίησης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (15 Οκτωβρίου 2015).